Πόσο κοντά είναι πολύ κοντά; Η υδροφροκάρτιση για πρόσβαση σε δεξαμενές φυσικού αερίου θέτει κινδύνους επιφανειακά ύδατα
Ένας από τους πρωταρχικούς κινδύνους υδροφροκγκώνων είναι η δυνατότητα μόλυνσης των υπογείων υδάτων. Οι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία fracking μπορούν να διαρρεύσουν σε προμήθειες υπόγειων υδάτων, μολύνοντας τις με τοξικές ουσίες. Αυτό μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία για άτομα που βασίζονται στα υπόγεια ύδατα για το πόσιμο, το μαγείρεμα και το μπάνιο.
Ένας άλλος κίνδυνος υδροηλεκτρικής ενέργειας είναι η δυνατότητα μόλυνσης των επιφανειακών υδάτων. Τα απόβλητα Fracking, τα οποία παράγονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, μπορούν να περιέχουν υψηλά επίπεδα ρύπων, συμπεριλαμβανομένων βαρέων μετάλλων, αλάτων και υδρογονανθράκων. Εάν αυτό το απόβλητο δεν διαχειρίζεται σωστά, μπορεί να μολύνει τις κοντινές πηγές επιφανειακών υδάτων, όπως ποτάμια, λίμνες και ρέματα. Αυτό μπορεί να βλάψει την υδρόβια ζωή και να κάνει το νερό μη ασφαλές για ανθρώπινη χρήση.
Η απόσταση μεταξύ μιας θέσης υδροφροκλήματος και μιας πηγής επιφανειακών υδάτων είναι ένας σημαντικός παράγοντας για τον προσδιορισμό του κινδύνου μόλυνσης. Όσο πιο κοντά είναι η τοποθεσία στην πηγή νερού, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος μόλυνσης. Ωστόσο, ακόμη και οι τοποθεσίες που βρίσκονται σε σημαντική απόσταση από τα επιφανειακά ύδατα μπορούν ακόμα να θέσουν κίνδυνο εάν τα λύματα fracking δεν διαχειρίζονται σωστά.
Για να μετριαστούν οι κίνδυνοι μόλυνσης των επιφανειακών υδάτων, είναι σημαντικό να ακολουθείται αυστηρές κανονισμούς και βέλτιστες πρακτικές κατά τη διάρκεια της διαδικασίας υδροφροκλήματος. Οι κανονισμοί αυτοί θα πρέπει να περιλαμβάνουν απαιτήσεις για τη σωστή διαχείριση των λυμάτων, την παρακολούθηση της ποιότητας των υπόγειων υδάτων και των επιφανειακών υδάτων και τη δημόσια ειδοποίηση τυχόν κινδύνων.
Συμπερασματικά, η υδροφροκλήρωση δημιουργεί κινδύνους για τα επιφανειακά ύδατα και η απόσταση μεταξύ μιας θέσης υδροφρόνωσης και μιας πηγής επιφανειακών υδάτων αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τον προσδιορισμό του επιπέδου κινδύνου. Οι αυστηροί κανονισμοί και οι βέλτιστες πρακτικές είναι απαραίτητες για την άμβλυνση αυτών των κινδύνων και την προστασία της ποιότητας των επιφανειακών υδάτων.